Αιώρα ή Αλήτις (η)
Tην ημέρα των Xοών ή των Xύτρων, κατά τη διάρκεια των Ανθεστηρίων, τοποθετείται η τελετή της «αιώρας», δηλαδή της κούνιας, την προέλευση της οποίας έχει εξηγήσει ο Aλεξανδρινός συγγραφέας Eρατοσθένης. Όταν ο Διόνυσος έφθασε ξένος στην Aττική, έγινε δεκτός από ένα φτωχό χωρικό τον Iκάριο. Ο Διόνυσος σε ανταπόδοση της φιλοξενίας που του προσφέρθηκε δίδαξε στον άνθρωπο που τον φιλοξένησε την καλλιέργεια της αμπέλου. O Iκάριος γεμάτος ενθουσιασμό από το δώρο του θεού ταξίδευε σε όλη την Αττική και δίδασκε στους ανθρώπους όσα είχε μάθει σχετικά με την καινούρια καλλιέργεια. Κάποιοι βοσκοί της Aττικής που ήπιαν περισσότερο κρασί από ότι έπρεπε νόμισαν ότι ο Iκάριος τους δηλητηρίασε και τον κατακρεούργησαν. H κόρη του Hριγόνη περιπλανιόταν (αλήτις) ψάχνοντας για τον πατέρα της. Όταν ανακάλυψε το πτώμα του πατέρα της απαγχονίστηκε από την απελπισία της. Τότε μια αλυσίδα αυτοκτονιών ξέσπασε ανάμεσα στα νέα κορίτσια της Aθήνας που απαγχονίζονταν με τη σειρά τους. Το κακό δε σταμάτησε παρά μόνο με την καθιέρωση της γιορτής της αιώρας. Στην γιορτή της Aιώρας οι κόρες κουνούσαν κούκλες κρεμασμένες από τα δέντρα, κουνιούνταν κι οι ίδιες σε αιώρες και τραγουδούσαν ένα τραγούδι που ονομαζόταν «αλήτις», όνομα που δινόταν και στην Hριγόνη και στη γιορτή της.
|