Αλφειός (ο)


Θεός του ομώνυμου ποταμού που κυλάει στην Πελοπόννησο ανάμεσα στην Ήλιδα και την Αρκαδία.
Ήταν γιος του Ωκεανού και της Τηθύος, όπως όλοι οι ποταμοί. Παδιά του ήταν ο Ορσίλοχος, πατέρας του Διοκλή, του βασιλιά των Φερών στης Μεσσηνία και ο Φηγέας.

Τον τιμούσαν σαν θεότητα υπέρ πάντων των θεών στην Αρκαδία και στην Ήλιδα, γι΄ αυτό και υπήρχε απεικόνισή του στο αέτωμα του ναού του Ολύμπιου Δία.

Λατρευόταν σαν θεός που φέρνει τον πλούτο (πλουτοδότης) και στην Ολυμπία, που υπήρχαν δύο βωμοί του, θυσίαζαν προς τιμή του ταύρους.

Στον ένα βωμό θυσίαζαν από κοινού στον Αλφειό και στη θεά Άρτεμη.
Ο Αλφειλος αγαπούσε την Άρτεμη ομως εκείνη απέφευγε τον έρωτά του και έτσι αποφάσισε να την απαγάγει. Σε μια γιορτή που γινόταν στους Λετρινούς, ο Αλφειός προσπάθησε να πλησιάσει τη θεά, η οποία μαζί με τις Νύμφες συμμετείχε στη γιορτή, εκείνη όμως πασάλειψε με πηλό το πρόσωπό της και εκείνος δεν την αναγνώρισε.

Σε άλλο μύθο είχε αγαπήσει την Αρέθουσα, που ήταν ακόλουθος της Άρτεμης. Για να την ακολουθήσει, έγινε κυνηγός όπως και εκείνη. Η Αρέθουσα για να του ξεφύγει κατέφυγε στο νησί της Ορτυγίας στις Συρακούσες, αλλά ο Αλφειός την καταδίωξε . Μπροστά στον κίνδυνο να συλληφθεί η Αρέθουσα μεταμορφώθηκε σε πηγή. Ο Αλφειός την ακολούθησε στη μεταμόρφωση αυτή κι έγινε κι εκείνος ποταμός και ανακάτεψε τα νερά του με τα δικά της.

Βιβλιογραφία - πηγές

Λιβάνιος, Προγυμνάσματα, 2, 30, 1, 2

δηλοῖ δὲ Ἀλφειὸς Σικελικῆς πηγῆς Ἀρεθούσης ἐρῶν, ὃς προϊὼν ἐκ τῆς
Ἤλιδος τὸ ῥεῖθρον οὐκ ἀναμίγνυσι πολὺ διερ-
χόμενος πέλαγος ὡς ἐκ τούτου δεικνὺς τῇ ποθουμένῃ
φυλάττειν ἀκέραιον τὸν τοῦ ἔρωτος πόθον. .

Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις, 8, 54, 3, 7

ἔμελλε δὲ ἄρα μηδὲ Ἀδρίας ἐπι-
σχήσειν αὐτὸν τοῦ πρόσω· διανηξάμενος δὲ καὶ τοῦ-
τον, μέγα οὕτω καὶ βίαιον πέλαγος, ἐν Ὀρτυγίᾳ τῇ
πρὸ Συρακουσῶν ἐπιδείκνυσιν Ἀλφειός τε ὢν καὶ πρὸς
Ἀρέθουσαν τὸ ὕδωρ ἀνακοινούμενος.

Μένανδρος, Περί επιδεικτικών

ἐν δὲ τούτοις ἅπασι
διηγήματα θήσεις· ποταμῶν μέν, ὅτι Ἀλφειὸς ὁ Πι-
σαῖος ἐρᾷ πηγῆς Σικελικῆς Ἀρεθούσης, καὶ βιάζεται
τὴν φύσιν, καὶ καθάπερ νυμφίος ἐρωτικὸς κελαρύζων
διὰ τῆς θαλάττης ἔπεισι ζέων εἰς τὴν νῆσον τῆς Σικελίας,
καὶ εἰς κόλπους ἐμπίπτει τῆς ἐρωμένης Ἀρεθούσης καὶ
μίγνυται· νηκτῶν δέ· δῆλον γὰρ ὅτι καὶ αὐτὰ τὰ
ζῷα τὰ κατὰ θάλατταν τελετὴν οἶδε γάμου, καὶ
τὰ χερσαῖα καὶ τὰ πετεινὰ πάντα, καὶ τὸν ἀνήμερον
λέοντα καὶ φοβερὰ βρυχώμενον ἤγαγεν εἰς τὴν τελετὴν
καὶ ὑπέζευξεν Ἀφροδίτης νόμῳ, καὶ τὰς ἀγριωτάτας

Σχόλια στο Διονύσιο τον Περιηγητή

Οἱ δὲ οὐ διὰ
τοῦτο, ἀλλ' ὅτι τῶν ἀναθημάτων ἔκλεψάν τινα τοῦ
Ἀλφειοῦ· ἔχει γὰρ τιμὰς ὁ Ἀλφειὸς ἐν Ὀρτυγίᾳ πρός
τε Συρακούσαις καὶ τῇ Ἀρεθούσῃ· ἃ κλέψαντες κατὰ
μῆνιν Ἀλφειοῦ ἡττήθησαν ἐν πολέμῳ ὃν εἴρηται τρό-
πον.

Σουΐδας, Λεξικό

Ἀρέθουσα: πηγὴ κατὰ τὴν νῆσον Σικελίας, ἐν ᾗ εἰσβάλλει
Ἀλφειὸς, ποταμὸς τῆς Ἀρκαδικῆς πόλεως, δυόμενος διὰ τῆς Ἀδριάδος
θαλάσσης τὸ πέλαγος καὶ μηδαμῶς τῇ ἁλμυρίδι μιγνύμενος, ὡς ἂν τῆς
τοιαύτης πηγῆς ἐρώμενος