Άδης (ο)
Ο Άδης ήταν ο βασιλιάς του Κάτω Κόσμου, ο θεός του θανάτου και των νεκρών. Αδερφός του Δία, του Ποσειδώνα, της Εστίας, της Ήρας και της Δήμητρας. Γονείς του ήταν ο Κρόνος και η Ρέα. Πολέμησε εναντίον των Τιτάνων φορώντας μια περικεφαλαία, που τον έκανε αόρατο, δώρο των Κυκλώπων. Μετά την ήττα των Τιτάνων, ο Άδης, ο Δίας και ο Ποσειδώνας διένειμαν με κλήρο την εξουσία του κόσμου. Ο Άδης βασίλευε στους νεκρούς και δεν επέτρεπε σε κανέναν από τους υπηκόους του να ξαναγυρίσει στους ζωντανούς. Κοντά του βασίλευε και η Περσεφόνη. Είχαν σαν θεραπαινίδες τις Κήρες και τις Ερινύες που τις έστελναν στη γη σαν ψυχοπομπούς ή σαν τιμωρούς δαίμονες. Την Περσεφόνη την είχε απαγάγει από τις πεδιάδες της Σικελίας, όπου είχε βγει με τις φίλες της για να μαζέψει λουλούδια. Η Περσεφόνη ήταν κόρη της Δήμητρας και του Δία. Ο Άδης ήθελε να τη νυμφευθεί, αλλά η Δήμητρα δεν έδινε τη συγκατάθεσή της για το γάμο, επειδή γνώριζε πως η κόρης της θα ήταν αναγκασμένη να ζει για πάντα στο κόσμο των σκιών. Έτσι ο Άδης την απήγαγε. Από τότε η Περσεφόνη μένει στο βασίλειο των νεκρών έξι μήνες και τους υπόλοιπους τους περνάει στη γη. Εκτός από την απαγωγή της Περσεφόνης, ο Άδης εμφανίζεται και σε έναν άλλο μύθο που σχετίζεται με τον Ηρακλή. Όταν ο ήρωας κατέβηκε στον Κάτω Κόσμο, ο Άδης δεν του επέτρεψε την είσοδο στο βασίλειό του, και ο Ηρακλής τον πλήγωσε με ένα βέλος στον ώμο. Ο θεός μεταφέρθηκε στον Όλυμπο, όπου τον θεράπευσε ο Παιάνας, ο θεός θεραπευτής, με μια θαυματουργική αλοιφή. Οι άνθρωποι αποφεύγουν να πουν το όνομά του, από φόβο μήπως προκαλέσουν την οργή του. Για αυτό χρησιμοποιούσαν άλλες προσωνυμίες. Ονομαζόταν επίσης Άιδης (α στερητικό και ιδείν = αόρατος) και Αιδωνεύς. Οι αρχαίοι πίστευαν πως ο Άδης γινόταν αόρατος με την κυνή (περικεφαλαία) που φορούσε. Η κυνή τον έκανε αόρατο στα μάτια των θνητών αλλά και των θεών. Τον αποκαλούσαν ευφημιστικά Εύβουλο, Ευρύπυλο, Κλύμενο και Περίκλυτο. Ο Αισχύλος τον αποκαλεί πολυξενώτατον Ζήνα των κεκμηκότων, δηλαδή Δία που φιλοξενεί στο παλάτι του πλήθος νεκρούς. Επίσης ονομαζόταν και Κλυτόπωλος, γιατί σύμφωνα με μία παράδοση, τους νεκρούς τους μετέφεραν στον Κάτω Κόσμο τα δαιμονικά άλογα που είχε στους στάβλους του ο θεός. Για την αυστηρότητά του ονομαζόταν Αδάμας, Αδάμαστος, Άδμητος και Αμείλιχος και Νηλεύς (ανελέητος). Επίσης τον ονόμαζαν Ίφθιμο, Κρατερό και Πελώριο, ενώ για το πλήθος των νεκρών που δεχόταν τον ονόμαζαν Αγησίλαο, Παγκοίτη, Πολυρέγμων και Πολυδέκτη. Ως χθόνια θεότητα ονομαζόταν Ζευς χθόνιος ή υποχθόνιος, Πλουτεύς ή Πλούτων, ο "πλούσιος", εξαιτίας του πλούτου που κρύβεται στη γη (καρποί - μέταλλα). Με το όνομα αυτό συνδέθηκε με το μύθο της Περσεφόνης και με την επίδραση των Ελευσίνιων Μυστηρίων έγινε ηπιότερος θεός και λατρεύτηκε σαν ο πάροχος του πλούτου που προέρχεται κάτω από τη γη. Συχνά παριστάνεται να κρατά το κέρας της αφθονίας, σύμβολο του πλούτου. Με αυτήν την επωνυμία είχε πολλά ιερά σε όλη την Ελλάδα. Στις απεικονίσεις μοιάζει με το Δία και τον Ποσειδώνα, εκτός από τα μαλλιά του που πέφτουν κάτω από το μέτωπό του. Σε παλαιότερες απεικονίσεις παρουσιάζεται ηλικιωμένος, με γενειάδα, φορώντας χιτώνα ή μανδύα, με διάδημα στα μαλλιά, να κρατάει σκήπτρο και να κάθεται πάνω σε θρόνο. Δίπλα στα πόδια του βρίσκονται ο κέρβερος και τα κλειδιά του Κάτω Κόσμου. Το βασιλειό του ήταν σκοτεινό, δεν έμπαινε ποτέ σε αυτό ο ήλιος. Μέσα σε αυτό το αιώνιο σκοτάδι συναντιούνταν τρία ποτάμια. Ο Αχέροντας, ποταμός των στεναγμών που οι ψυχές έπρεπε να τον περάσουν πάνω στη βάρκα του Χάρωνα, η Στυξ, το μισητό ποτάμι, και ο Κωκυτός, το ποτάμι των θρήνων. Οι φλόγες των ηφαιστείων που εξορμούσαν από τα έγκατα της γης, δημιούργησαν στο θρύλο και ένα τέταρτο ποτάμι, τον Πυριφλεγέθοντα, στου οποίου την κοίτη κυλούσαν φλόγες αντί για νερό. Μερικοί μύθοι αναφέρουν πως και ζωντανοί ήρωες, όπως ο Θησέας, ο Ηρακλής, ο Ορφέας, κατέβηκαν στον Άδη και κατάφεραν να ανέβουν πάλι στον κόσμο των ζωντανών. Σύμφωνα με τον Όμηρο στο βασίλειο του Άδη δεν υπάρχει ξεχωριστός χώρος για τις αγαθές και τις φαύλες ψυχές. Οι αμαρτωλοί εκτίουν τις ποινές τους κάτω από τα βλέμματα όλων. Στην αρχαιότητα υπήρχε ειδική κατηγορία αναγνωσμάτων που περιέγραφαν το βασίλειο των νεκρών και είχαν το κοινό όνομα "Εις Άδου Κατάβασις".
|