Ωκυπέτη ή Ωκυθόη ή Ωκυπόδη (η)

Μία από τις Άρπυιες, οι οποίες ήταν προσωποποιήσεις των θυελλών ανέμων. Το όνομά της δηλώνει την ταχύτητα στο πέταγμά τους (ωκύς = αυτός που κινείται με ταχύτητα).

Ήταν κόρη της Ωκεανίδας Ηλέκτρας και του Θαύμαντα, γιου του Πόντου και της Γαίας.

Ο Ησίοδος αναφέρει δυο Άρπυιες, την Αελλώ και την Ωκυπέτη. Συχνά όμως αναφέρεται και μια Τρίτη Άρπυια, η Κελαινώ, που σημαίνει η σκοτεινή.

Οι Άρπυιες ήταν μισές γυναίκες και μισές αρπακτικά όρνια με νύχια και φτερά.

Μαζί με τις αδελφές της, η Ωκυπέτη, βασάνιζε τον Φινέα αρπάζοντας και βρωμίζοντας την τροφή του. Τα παιδιά του Βορρέα, Ζήτης και Κάλαϊ τις καταδίωξαν. Η Ωκυπέτη έφτασε στις νήσους Εχινάδες. Εκεί, στην προσπαθειά της να ξεφύγει, έκανε στροφή προς τα πίσω κι έπεσε κοντά στις ακτές. Από τότε τα νησιά ονομάστηκαν Στροφάδες.

Βιβλιογραφία - πηγές

Ησίοδος, Θεογονία, 267

αὗται μὲν Νηρῆος ἀμύμονος ἐξεγένοντο
κοῦραι πεντήκοντα, ἀμύμονα ἔργ' εἰδυῖαι·
Θαύμας δ' Ὠκεανοῖο βαθυρρείταο θύγατρα
ἠγάγετ' Ἠλέκτρην· ἡ δ' ὠκεῖαν τέκεν Ἶριν
ἠυκόμους θ' Ἁρπυίας, Ἀελλώ τ' Ὠκυπέτην τε,
αἵ ῥ' ἀνέμων πνοιῇσι καὶ οἰωνοῖς ἅμ' ἕπονται
ὠκείῃς πτερύγεσσι· μεταχρόνιαι γὰρ ἴαλλον.

Ψευδο-Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη, 1, 10, 3

Θαύμαντος μὲν οὖν καὶ Ἠλέκτρας Ἶρις
καὶ ἅρπυιαι, Ἀελλὼ <καὶ> Ὠκυπέτη, Φόρκου δὲ καὶ
Κητοῦς Φορκίδες <καὶ> Γοργόνες

Σχολιασμός Απολλώνιου Ρόδιου, 114, 7

τρεῖς εἰσιν αἱ Ἅρπυιαι· Κελαινώ, Ὠκυπέτη καὶ Ἀελλώ.

Σχολιασμός Ομήρου, 16, 150, 4

Ἅρπυιαι, ἤτοι ἀνέμου
εἶδος, παρὰ τὸ ἁρπάζειν· ἢ δαίμονες ἁρ-
πακτικαὶ, ὧν τὰ ὀνόματα, Ἀελλὼ, Ὠκυπέτη, Ποδάργη.